Η Τελευταία Νύχτα

Πιστεύω ότι δεν περιμένατε τέτοιο τίτλο σε κάποιο κείμενό μου. Εγώ τουλάχιστον δε θα περίμενα.

Έψαχνα λογοτεχνικούς διαγωνισμούς η αλήθεια είναι, κυρίως για να βρω θέματα. Μου αρέσει πολύ να απαντάω σε προκλήσεις. Βρήκα λοιπόν ένα διαγωνισμό με καταληκτική ημερομηνία τον Απρίλιο του 17. Το θέμα; Διήγημα με τίτλο « Η Τελευταία Νύχτα».

Δεν πρόλαβα να σκρολάρω λίγο πιο κάτω για να βρω κάποιο άλλο θέμα και εμφανίστηκε ένα ζευγάρι να κάνει παθιασμένο έρωτα, σε ένα αυτοκίνητο, σε ένα στενάκι έρημο, κόντρα στον τοίχο και σε ένα κρεβάτι με ανάκατα σκεπάσματα και ρούχα και σκοτάδι. Μετά ακολούθησαν αγκαλιές μεγάλες, ζεστές , τρυφερές. Μετά ίσως κάποια χαμόγελα και δάκρια. Οι δυό τους ακόμα παθιασμένοι ο ένας πάνω στον άλλον σιγά σιγά αντικαθιστώνται από ένα κρεβάτι νοσοκομείου και κόσμο γύρω από αυτό. Κι εκεί χάδια. Πιο απαλά, πιο διστακτικά. Πονεμένα. Κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά, πιο ξεθωριασμένα, φαίνεται κι ένα οικογενειακό δείπνο. Μετά, κάποιο τρένο να φεύγει.

Όλες αυτές οι κονσερβοποιημένες εικόνες μας χτυπάνε αμέσως στο άκουσμα του «τελευταία νύχτα». Σαν να είναι προτηγανισμένες και να αρκεί ένα ζέσταμα με το άκουσμα της φράσης για να καταλάβουν τις σκέψεις μας σαν γεγονότα. Είναι τόσο προκαθορισμένη η εγκεφαλική πορεία που είμαι πολύ περίεργη να διαβάσω τις συμμετοχές του διαγωνισμού εκείνου για να δω αν κάποιος κατάφερε να ξεστρατίσει από αυτή την πορεία, και αν ναι , με ποιο τρόπο.

Το ότι κάποιος θα φύγει είναι σίγουρο. Μπορεί να φύγει από τη ζωή, από τη ζωή κάποιου άλλου. Για τους λίγους ή λίγο (δεν έχω καταλήξει) πιο ρομαντικούς και ξένοιαστους , για αυτούς που δε τη βρίσκουν τόσο με τη μαυρίλα ας πούμε, θα μπορούσε να είναι και η άλλη κονσέρβα. Αυτή της μιας ακόμα πανέμορφης νύχτας στην αμμουδιά, κάτω από τον έναστρο ουρανό , πριν τα σύννεφα της καθημερινότητας του φθινοπώρου. Σε κάθε περίπτωση κλείνει ένας κύκλος, κάτι παύει να υπάρχει. Κάτι αποχαιρετάμε.

Δε θέλω όμως να σταθώ στο «τελευταία» του χωρισμού - αποχωρισμού. Θέλω να σταθώ στο «νύχτα». Γιατί νύχτα; Τι είναι η νύχτα; Τι έχει;

Αρχικά έχει νεύρα, γιατί ενώ πήγα να χαλαρώσω γράφοντας στον καναπέ μου και να με πάρει γλυκά ο ύπνος, παρατήρησα ότι το μισό κείμενο που είχα γράψει έχει χαθεί, γιατί προφανώς κάποια άλλη μέρα με είχε πάρει γλυκά ο ύπνος χωρίς να κάνω αποθήκευση. Αλλά αυτό δεν είναι η νύχτα; Η θα αποκοιμηθείς γλυκά ή θα ξαγρυπνήσεις. Η θα κάνεις πολλά ή δε θα κάνεις τίποτα. Το δε τελευταίο μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα. Ή θα νιώσεις υπέροχα άδειος, ή θα νιώσεις ασφυκτικά κενός.

Η νύχτα είναι πάρα πολλά. Δεν μπορούμε να πούμε ότι δε μας αρέσει, και σε καμία περίπτωση ότι δεν μας έχει δυσκολέψει ποτέ. Άλλες φορές τη θέλουμε πολύ και άλλες φορές την ξορκίζουμε σαν το σατανά, μη και μας πλησιάσει. Και όμως αυτή πάντα έρχεται. Και πάντα φεύγει. Έχει κάτι το σκοτάδι; Σίγουρα.

Δεν έχει φως. Η ζωή μας όλη, η κάθε μας κίνηση, γίνεται υπό το αδιάκριτο βλέμμα του φωτός. Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτό, όμως επιζητούμε την απουσία του. Το σκοτάδι μας μαγνητίζει. Τότε που δεν είναι όλα πεντακάθαρα και σαφή, που τα χρώματα ξεθωριάζουν επιτέλους για λίγο και οι σκιές παίρνουν φωτιά. Τότε που κόσμος αγγίζει λίγο περισσότερο τη χαοτική του φύση, τότε που χάνονται περιγράμματα και όρια και όλα υγραίνονται με λίγο παραπάνω μυστήριο. Τότε ανακατεύονται πιο εύκολα τα σχήματα, ανακατεύονται οι σκέψεις, ανακατεύονται και τα σώματα. Μόνο τα βλέμματα χαράσονται αλησμόνητα στο σκοτάδι. Είναι που δε ντρέπονται. Ίσως και τα συναισθήματα, λίγο παραγεμισμένα και παραφλογισμένα από τη λυτρωτική απουσία φωτός. Είναι ωραίος ο αισθησιασμός του να μην ξέρεις τα πάντα. Γι αυτό και μιλάμε για ερωτικές νύχτες. Γι αυτό και περιμένουμε να βραδιάσει για να απολαύσουμε προσωπικό χρόνο με τα δικά μας άτομα. Κουράζει η ανακριτική διάθεση της ημέρας. Ίσως τολμήσουμε κάτι παραπάνω τη νύχτα. Ίσως νιώσουμε και κάτι παραπάνω τη νύχτα. Διογκώνονται όλα. Και οι επιθυμίες και το πάθος.

Και ο φόβος και η θλίψη σαφώς.

Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Θα έρθει και η στιγμή - όχι μία φορά, πολλές φορές- που θα μας πνίξει η απουσία του φωτός. Θα ανοίξουμε όλες τις λάμπες, αλλά το σκοτάδι πίσω από τα παραθυρόφυλλα, όσο μακριά κι αν το κρατήσουμε, θα στοιχειώνει κάθε δευτερόλεπτο που δε λέει να ξημερώσει. Τότε θα σκεφτούμε τα πάντα. Θα ξεσκονίσουμε κάθε ανησυχία. Γιατί έχουμε το χρόνο. Υπάρχει το εξής τρομακτικό μικρό- ή ενίοτε αιώνιο - στάδιο της νύχτας. Τον ολοδικό μας χρόνο με τον όλοδικό μας εαυτό , με απολύτως καμία διάσπαση. Πρόκειται για το τελετουργικό του ύπνου. Όταν συνειδητά παύουμε να ασχολούμαστε με το οτιδήποτε και προσπαθούμε να αποστασιοποιηθούμε από κάθε τι εξωτερικό. Όπως διάβασα πρόσφατα: πόσο περίεργο το ότι για ένα σύντομο χρονικό διάστημα κλείνουμε τα μάτια και προσποιούμαστε ότι κοιμόμαστε για να μας πάρει ο ύπνος! Ρίχνουμε τους παλμούς μας και πέφτουμε κι εμείς μαζί τους σε μία σκέψη, που «αν όλα πάνε καλά» ούτε που τη θυμόμαστε. Πρέπει όμως να ναι γλυκιά. Ίσως μία στιγμή της ημέρας όμορφη. Κάτι που θα έρθει αύριο; Μετά γίνεται εικόνα και μετά ξεκινά τα παράλογα καμώματα, τα τρελά σκηνικά, με ανάκατες αναμνήσεις, πρόσωπα, φαντασία και σουρεαλισμό. Συνήθως ούτε αυτό το στάδιο το ανακαλούμε. Εκτός και αν κάτι, ας πούμε μία δυσάρεστη σκέψη, βίαια μας πετάξει έξω από αυτό. Επομένως αναγκαζόμαστε να συνειδητοποιήσουμε από ποια κατάσταση βγήκαμε. Σε ένα τέτοιο εξουθενωτικό κυνηγητό , ένα ατελείωτο μπες-βγες από τη σφαίρα του ονείρου στην αιχμηρή πραγματικότητα, μετατρέπεται το τελετουργικό του ύπνου κάθε φορά που μας βασανίζει κάτι.

Οι παλμοί ανεβαίνουν. Δεν είναι ότι λείπουν οι αλλόκοτες σκέψεις. Αυτή τη φορά όμως αποκτούν τα χαρακτηριστικά εμμονής . Εγκλωβιζόμαστε σε ένα τραγικά δισεπίλυτο προβληματισμό που έπειτα καταλαβαίνουμε πώς δεν υφίσταται καν. Τελικά επιστρέφουμε στη συνειδητή κατάσταση. Την υπερσυνειδητή. Απόλυτη ησυχία γύρω μας, ακινησία. Μέσα μας, καρδιά και εγκέφαλος σε μανία. Υπερδραστηριότητα. Μέχρι και ο πιο μικρός φόβος φωτίζεται μέσα στο τόσο σκοτάδι. Παρελαύνουν αναμνήσεις, καλές που γίνονται κακές, μόνο και μόνο επειδή είναι αναμνήσεις, και κακές που γίνονται χειρότερες μόνο και μόνο επειδή είναι νύχτα. Άγχη, μετάνοιες, λάθη, υποχρεώσεις, και όλοι οι μικρούληδες σατανάδες, για να τους ακολουθήσουν σωστά υπαρξιακά τέρατα. Εκεί αρχίζει το αληθινό σόου. Σα να έχουμε βάλει το μαχαίρι πολύ βαθιά και στην εκκωφαντική σιωπή αναβλύζουν ουρλιαχτά ενός κατατρομαγμένου εαυτού μας μπροστά στο θάνατο, το χρόνο, τη μοναξιά, την αποτυχία και ότι άλλο γουργουρίζει (με ευχαρίστηση) στο σκοτάδι τις δύσκολες μέρες.

Η χαλαρή διανοουμενίστικη insomnia εύκολα τσαλαβουτά στην αγωνία της υπαρξιακής κρίσης. Δε θέλει πολλά. Μια αφορμή, λίγη μοναξιά, λίγη ησυχία και σβηστό ήλιο.

Δεν είναι το θέμα το πηχτό σκοτάδι. Και το σούρουπο μια χαρά κάνει τη δουλειά του. Η δύση είναι η αρχή του κακού. Η απλώς η αρχή του τέλους. Όχι με την τραγική έννοια που φέρει η φράση. Θα μπορούσε να είναι το τέλος της ημέρας. Απλά το τέλος δε μας έρχεται πάντα και τόσο καλά , ή δεν έχουμε εμείς τις καλύτερες των διαθέσεων για να το υποδεχτούμε. Αυτό, ή οποιοδήποτε άλλο από τα τέλη. Γιατί κι αυτή η δύση παραείναι συμβολική η άτιμη μέσα στην κυριολεξία της. Τελειώνει η μέρα κι εμείς βάζουμε στο κεφάλι μας ημερομηνία λήξης σε κάθε τι άλλο στη ζωή μας.

Βέβαια όταν είμαστε στα καλά μας, το τελετουργικό παίρνει μια εντελώς διαφορετική μορφή. Καταρχάς η δύση είναι αρχή. Προετοιμαζόμαστε για τη νέα μέρα που έρχεται. Ακόμα και από το πιο απλό, που κάναμε τότε στο σχολείο, να βγάλουμε πάνω στην καρέκλα του γραφείου μας τα ρούχα που θα φορέσουμε το επόμενο πρωί. Ξαφνικά μπορούμε να οργανώσουμε την επόμενη μέρα, να σχεδιάσουμε την υπόλοιπη εβδομάδα και τη ζωή μας όλη. Λίγες ώρες πριν κοιμηθούμε είναι που τελικά ξυπνάμε. Ξυπνάμε από τη μουργέλα της καθημερινότητας. Ξυπνάμε από το λευκό της φως, το φως της τρεχάλας. Μας υπνωτίζει αυτό το φως. Από τη στιγμή που εμφανίζεται μέχρι να ξαναχαθεί το μπουκώνουμε με υποχρεώσεις, δραστηριότητες και ζωή που δε ζούμε, μέχρι να γυρίσουμε σπίτι στο τέλος της μέρας, να κλείσουμε για λίγο τα μάτια και επιτέλους να ξυπνήσουμε. Μπορούμε επιτέλους να μας ακούσουμε και τότε είναι που η νύχτα μπορεί να γίνει πολύ δημιουργική. Νέα διάθεση για αυτά που ξημερώνουν . Νέοι στόχοι. Σχέδια; Αλίμονο! Εκεί που οι ρυθμοί καταπέφτουν, εκεί που έχουμε τα πόδια απλωμένα στον καναπέ, εκεί η ζωή μέσα μας καλπάζει . Και το αγαπάω αυτό το ρήμα γιατί είναι από τα πιο ζωντανά και θέλω να δείξω τη ζωντάνια της ζωής για έστω αυτά τα λίγα λεπτά της κατά τ' άλλα πιθανής ακινησίας μας.

Ε είναι σπουδαία η νύχτα. Κάνει το καλύτερο εγκεφαλικό παιχνίδι. Με έναν όρο. Σου κλείνει το φως. Σου παίρνει μία αίσθηση. Τραβάει όλες τις άλλες. Είναι διπολική. Αφουγκράζεται τη μέρα σου και καμώνεται κατάλληλα. Άλλες φορές σε νανουρίζει και δεν την παίρνεις καν χαμπάρι έτσι όπως κουρνιάζει δίπλα σου. Άλλες πάλι σου μιλάει ακατάπαυστα, σε βαθμό που σου τρώει τα σωθικά. Έχει λίστα με κάθε πληγίτσα σου για να τσιγκλήσει και στο δεύτερο γύρο χαϊδεύει τα υπαρξιακά σου άγχη. Υπάρχουν όμως και εκείνες οι φορές - ευτυχώς δεν είναι λίγες- που σου ψιθυρίζει γοητευτικά στο αυτί. Σε φτιάχνει . Σα να ναι έτσι λίγο στα κρυφά, σε προκαλεί με το σκοτάδι της, με το μυστήριο της. Ερωτική , συναισθηματική και αυθόρμητη, προκαλεί για ζωή βουτηγμένη στις επιθυμίες.

Για τα δευτερόλεπτα απόλυτης αυτογνωσίας πριν τη λήθη του ύπνου, τον αισθησιασμό της, για τις σκέψεις της, τη θλίψη και τα άγχη της, τη λαχτάρα για το νέο, και τον τρόμο του τέλους, για όλους αυτούς τους λόγους,

μια «τελευταία», θα ναι πάντα νύχτα. 

CKal
Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε